Internal Value defaultContent

Μοιραία

Ω! πόσο βάσανο μεγάλο το βάσανο είναι της ζωής! Όσο κι ο νους να τυραννιέται, άσπρην ημέρα δε θυμιέται. Ήλιε και θάλασσα γαλάζα και βάθος τ' άσωτ' ουρανού! Ω! της αβγής κροκάτη γάζα, γαρούφαλα του δειλινού, λάμπετε, σβήνετε μακριά μας, χωρίς να μπείτε στην καρδιά μας!

Η Φωτό Μου
Όνομα:
Τοποθεσία: ΣΑΛΟΝΙΚΗ, Greece

Παρασκευή, Απριλίου 13, 2007

Εκεινο το παλιο το καπηλειο...










Ήτανε όμορφο θαρρώ
εκείνο τον παλιό καιρό
το καπηλειό μου
γιαλός, καημός και τσικουδιά
βαρμένα μέσα στην καρδιά
με τ' όνειρό μου.

Και κάθε μέρα από βραδίς
κουγιουρντισμένος ο Βαρδής
με το λαούτο
με το κρασί του στον οντά
στον αμανέ του να κεντά
τον κόσμο τούτο.

Κι ο Σταύρος πέρα στη γωνιά
που γιά δυό χείλια βυσσινιά
τα σιγοπίνει
παίρνει νερό σαν τραγουδεί
'που το λαούτο του Βαρδή
τον πόνο σβήνει.

Κι ο Μύρος πιάνει το χορό
το χώμα μόνο έχει οχτρό
χρυσά παλάτια
σε κάποια θάλασσα πλατιά
θυμάται, κόκκινα φωτιά
τα δυό του μάτια.

Θυμούμαι κάθε χαραυγή
πού 'λεγα ο ήλιος να μη βγει
στην αγκαλιά σου
όνειρο βάρκα με πανιά
να σεργιανίζω το ντουνιά
με τα φιλιά σου.

Αργό το ζάλο μου, βαρύ
ήτανε ψεύτικος μπορεί
ο έρωτάς σου
ρωτώ διαβάτες στα στενά
αν είδαν μάτια καστανά
σαν τα δικά σου.

Πως να δικάσω μιά ζωή
κι ένα αστέρι το πρωί

που τρεμοσβήνει
στο ερειπωμένο καπηλειό
ένα μου όνειρο παλιό

έχει 'πομείνει.



Χαΐνιδες